Το κλειδί για επίτευξη των στόχων και της προσωπικής μας ανάπτυξης

Coaching ή “προπόνηση” είναι η μη κατευθυντική υποβοήθηση για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων. Πρακτικά δύο άνθρωποι, ο προπονητής (coach) και ο προπονούμενος (coachee), δημιουργούν μία επαγγελματική σχέση που διευκολύνει σημαντικά τον προπονούμενο στην επίτευξη των στόχων που επιθυμεί.

Οι όροι “προπονητής” και “προπονούμενος” δεν είναι τυχαίοι, αφού το coaching ξεκίνησε από τον αθλητισμό, όπου γεννήθηκαν και χρησιμοποιούνται ακόμα οι όροι προπόνηση, προπονητής κ.λπ., αλλά με λίγο διαφορετική έννοια.

Το coaching είναι ιδιαίτερα βοηθητικό για κάποιον ή κάποια που:

  • Θέλει να επιτύχει κάποιο σημαντικό στόχο ή μία αλλαγή στη ζωή του, αλλά βρίσκεται σε δυσκολία, σε σύγχυση ή σε αδυναμία απόφασης ή κατανόησης και επιλογής τρόπου δράσης.
  • Βρέθηκε ή πρόκειται σύντομα να βρεθεί αναγκαστικά σε μία νέα κατάσταση στην προσωπική ή επαγγελματική ζωή (π.χ. αλλαγή εργασίας, προαγωγή, χωρισμό, μετεγκατάσταση σε άλλη χώρα κ.λπ.) και δυσκολεύεται να προσαρμοστεί και να επιλύσει συγκεκριμένα προβλήματα.
  • Θέλει να βελτιώσει τη ζωή του προς το καλύτερο, στον προσωπικό ή/και τον επαγγελματικό τομέα, και δυσκολεύεται να βάλει κατάλληλους στόχους ή/και να τους υλοποιήσει.
  • Θέλει να βγει από μία δύσκολη κατάσταση, προσωπική ή επαγγελματική, και δεν έχει ίσως την ψυχραιμία και την καθαρότητα σκέψης που χρειάζεται για να πάρει καλές αποφάσεις για το τι πρέπει να κάνει.
  • Εργάζεται σε μία επιχείρηση ή έναν οργανισμό και αντιμετωπίζει προβλήματα προσαρμογής ή προσωπικής απόδοσης.

Με τη βοήθεια του coaching, ο προπονούμενος όχι μόνο επιτυγχάνει τους στόχους του, αλλά και βελτιώνει τη σκέψη του και αυξάνει την ικανότητά του να δρα και να επιτυγχάνει.

Ο προπονητής δεν παρέχει συμβουλές, αλλά βοηθάει τον προπονούμενο να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά, χρησιμοποιώντας τις δικές του δυνάμεις, να αποκτήσει επιγνώσεις, καλύτερη αντίληψη του εαυτού, να αναγνωρίσει και να δημιουργήσει επιλογές, να χαράξει ξεκάθαρη πορεία δράσης και να την ακολουθήσει.

Είδη coaching

Το coaching διακρίνεται σε:

  • Life coaching (προπόνηση ζωής): Επίτευξη στόχων υγείας ή ευεξίας, όπως μείωση βάρους, διακοπή καπνίσματος, αύξηση ελεύθερου χρόνου, αύξηση αίσθησης ευτυχίας κ.ά. Αύξηση απόδοσης σε νοητικές ή σωματικές δραστηριότητες. Βελτίωση σχέσεων. Βελτίωση οικονομικής κατάστασης, απόκτηση σημαντικών υλικών αγαθών. Επίτευξη σημαντικών αλλαγών στη ζωή. Επίτευξη ικανοποίησης συγκεκριμένων αναγκών. Επίτευξη ισορροπίας σε διαφορετικούς τομείς της ζωής.
  • Corporate coaching (εταιρική προπόνηση): Επίτευξη στόχων που σχετίζονται με την επιτυχία του εταιρικού οργανισμού (οικονομικοί, αναπτυξιακοί, διαχείρισης πόρων κ.ά.), αλλά και στόχων σε ομαδικό και σε ατομικό επίπεδο (στελεχών και εργαζομένων), ιδίως σχετικά με την απόδοση, την ανάπτυξη δεξιοτήτων και την αποτελεσματική συνεργασία.

Οι παραπάνω βασικές διακρίσεις αφορούν στο αν το coaching παρέχεται σε κάποιον για καθαρά προσωπική του βελτίωση και ανάπτυξη ή σε ένα άτομο, σύνολο ατόμων ή ομάδα, για την επίτευξη ενός κοινού στόχου. Επίσης, το life coaching παρέχεται πάντα από κάποιον επαγγελματία προπονητή ζωής, ενώ στο επιχειρηματικό περιβάλλον το coaching μπορεί να παρέχεται είτε από εξωτερικό συνεργάτη-επαγγελματία, είτε από εξειδικευμένο εργαζόμενο που το ασκεί ενδοεταιρικά, είτε ακόμα και από κάποιο στέλεχος ή προϊστάμενο προς κάποιον κατώτερο ιεραρχικά εργαζόμενο στην οργανωτική δομή όπου προΐσταται.

Υπάρχουν περαιτέρω διακρίσεις του coaching σε business (επιχειρηματικό), performance (απόδοσης), skills (δεξιοτήτων), executive (διευθυντικό), remedial (επανορθωτικό), career (σταδιοδρομίας), team (ομαδικό) κ.ά., ανάλογα με τη θεματολογία που αντιμετωπίζει το καθένα και συνήθως αυτές συνδέονται και με την εξειδίκευση του προπονητή.

Κάθε επαγγελματίας προπονητής (coach) είναι αναγκαστικά σε ένα βαθμό και προπονητής ζωής, καθώς οποιοσδήποτε στόχος του προπονούμενου επηρεάζει και επηρεάζεται από διάφορες πτυχές της ζωής του. Είναι σημαντικό, λοιπόν, ο προπονητής να έχει ευρύ πεδίο γνώσεων και είναι προτιμητέο το εταιρικό coaching να γίνεται από επαγγελματία του είδους, καθώς ο ενδοεταιρικός coach-προϊστάμενος συχνά δεν έχει αρκετές τέτοιες γνώσεις και δεξιότητες.

Η διαδικασία του coaching περιλαμβάνει: συμφωνία πλαισίου συνεργασίας, ξεκαθάρισμα στόχων, κινήτρων και εμποδίων, σχεδιασμό και επιλογή δράσεων, παρακολούθηση δράσεων και υποβοήθηση εστίασης στον στόχο και υπέρβασης εμποδίων, επιβεβαίωση και αξιολόγηση επιτευγμάτων, ανασκόπηση και ολοκλήρωση συνεργασίας.

Σημαντική η προσωπική επαφή προπονητή-προπονούμενου

Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται το coaching είναι με προσωπική επαφή του προπονητή με τον προπονούμενο μέσω συνεδριών συγκεκριμένης διάρκειας, συνήθως από μισή μέχρι μία ώρα, συνήθως μία φορά ανά εβδομάδα έως μία ανά δύο εβδομάδες. Οι συνεδρίες γίνονται με συνάντηση ή μέσω τηλεφώνου ή άλλου μέσου τηλεπικοινωνίας, π.χ. skype.

Αυτή η διαδικασία μπορεί να έχει διάρκεια από μερικές εβδομάδες μέχρι μερικούς μήνες και, σε ένα βαθμό, προσυμφωνείται ανάμεσα στον προπονητή και στον πελάτη (αυτόν που πληρώνει για το coaching, που μπορεί να είναι ο προπονούμενος ή ο οργανισμός όπου εργάζεται ο προπονούμενος).

Κλειδιά του καλού coaching είναι η καλή σχέση με τον προπονούμενο, οι κατάλληλες ερωτήσεις την κατάλληλη στιγμή, η αποστασιοποίηση του προπονητή από τις προσωπικές του πεποιθήσεις και απόψεις, για να μην επηρεάσει κατευθυντικά τον προπονούμενο, και η χρήση από τον προπονούμενο των δικών του δυνάμεων, γνώσεων, εμπειριών, ικανοτήτων και τρόπων σκέψης.

Ποιο είναι το πρόβλημα ή ο στόχος; Πόσο σημαντικός είναι και γιατί; Ποιες είναι οι ανάγκες πίσω από τον στόχο; Πόσο έρχεται σε αντίθεση με άλλους στόχους ή ανάγκες; Πώς θα ξέρουμε ότι πλησιάζουμε στο στόχο ή τη λύση; Ότι έχει επιτευχθεί; Υπάρχει κάποια τελική προθεσμία και γιατί; Ποιες είναι οι κατάλληλες δράσεις για την επίτευξη; Τι απαιτούν αυτές; Ποιες ικανότητες και δεξιότητες πρέπει να χρησιμοποιήσει ο προπονούμενος; Επαρκούν και, αν όχι, τι πρέπει να γίνει; Ποιες βοήθειες και εμπόδια μπορεί να συναντήσει και πώς θα αντιμετωπιστούν;

Αυτές είναι μερικές από τις βασικές ερωτήσεις (που διατυπώνονται με διάφορους τρόπους), οι οποίες καθοδηγούν και καθορίζουν το coaching.

Διάκριση του coaching από άλλα συμβουλευτικά επαγγέλματα

Το coaching είναι σαφώς διαφορετικό από:

  • Θεραπεία: Ο θεραπευτής προσπαθεί να διορθώσει προσωπικά προβλήματα, νοητικά, συναισθηματικά ή συμπεριφορικά, να θεραπεύσει διαταραχές και αποκλίσεις από αυτό που θεωρείται φυσιολογικό ή λειτουργικό, με βάση συγκεκριμένα κριτήρια.
  • Mentoring: Ο mentor είναι συνήθως κάποιος μεγαλύτερος σε ηλικία, πολύ πιο έμπειρος και “σοφότερος”, τον οποίο κάποιος νεότερος και λιγότερο έμπειρος που προσπαθεί να γίνει καλός σε κάτι ή να επιτύχει, χρειάζεται για συμβουλές, καθοδήγηση, γνώσεις και παραδείγματα από την προσωπική του πείρα.
  • Συμβουλευτική: Ο σύμβουλος έχει ο ίδιος τη γνώση και την ευθύνη για να αναλύσει μία κατάσταση, να συλλέξει πληροφορίες, να εντοπίσει προβλήματα και να παράσχει στον πελάτη συγκεκριμένες λύσεις, γνώσεις και τεχνικές, ενίοτε δε να επιβλέπει και να αξιολογεί την εφαρμογή τους.
  • Εκπαίδευση: Ο εκπαιδευτής ή ο δάσκαλος μαθαίνει στον μαθητή πώς να κάνει κάτι σωστά, του μεταφέρει γνώσεις, χωρίς να αναζητά πόσο κατάλληλο, χρήσιμο ή αποτελεσματικό μπορεί να είναι αυτό για τον μαθητή.

Συχνά, για την επίτευξη ενός στόχου χρειάζεται ο προπονούμενος να αλλάξει, να εξελιχθεί – και εκεί η ευθύνη του coach είναι ακόμα μεγαλύτερη. Αν ο προπονούμενος κληθεί να ξεπεράσει τα όριά του και αντιμετωπίζει αυτοπεριορισμούς νοητικούς, συναισθηματικούς ή συμπεριφορικούς, ο προπονητής μπορεί να λειτουργήσει προσωρινά ως σύμβουλος ή ακόμα και θεραπευτής και να δώσει λύση, αλλά μόνον εφόσον διαθέτει τις γνώσεις και την πείρα, και έχει ξεκαθαριστεί από την αρχή ότι, αν χρειαστεί κάτι τέτοιο, ο προπονητής μπορεί να το κάνει.

Γενικά, είναι καλό να μην συγχέονται τo coaching με τη συμβουλευτική και τη θεραπεία. Ωστόσο, μπορεί ο προπονητής με ήπιες παρεμβάσεις να ξεμπλοκάρει γρήγορα τον προπονούμενο από αυτοπεριορισμούς που σταματούν τη διαδικασία. Για αυτό υπάρχουν ειδικά εργαλεία, όπως το NLP (Νευρο-Γλωσσικός Προγραμματισμός), το EFT (Τεχνικές Συναισθηματικής Απελευθέρωσης) και άλλες τεχνικές γρήγορης προσωπικής αλλαγής. Θα πρέπει, όμως, ο προπονητής να έχει εκπαιδευτεί και να είναι έμπειρος σε αυτές.

Ο καλός επαγγελματίας προπονητής γνωρίζει τα όριά του και, εάν φτάσει σε αυτά, δεν πειραματίζεται και παραπέμπει τον προπονούμενο σε άλλον ειδικό, κατά περίπτωση.

Copyright 2017 Υπάτιος Βαρελάς
Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Plan-be

Μοιραστείτε αυτήν τη σελίδα:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *